Ιατρικό Λεξικό: Λευκόρροια
|
Λευκόρροια είναι η βλεννώδης κολπική έκκριση που μπορεί να προέρχεται από λοίμωξη του κόλπου,του τραχήλου, της μήτρας και πολύ σπάνια από τις σάλπιγγες. Η συνηθέστερη αιτία είναι κάποια φλεγμονή της μήτρας μετά από τοκετό και συνδέεται με κάποιες εκδορές του τραχήλου της. Επίσης, μπορεί να οφείλεται στη γονόρροια, σε λοίμωξη του κόλπου από την τριχομανάδα, σʼέναν όγκο της μήτρας ή του τραχήλου της μήτρας. Η θεραπεία της λευκόρροιας εξαρτάται από την αιτία που προκαλείται. Μπορεί να θεραπευτεί με ενδοκολπικές πλύσεις με αντισηπτικό διάλυμα, με χορήγηση αντιβιοτικών ή με ηλεκτροκαυτηρίαση. Στις γυναίκες που βρίσκονται στην εμμηνόπαυση χορηγούνται οιστρογόνα για πιο αποτελεσματική θεραπεία.
|
|